Πέμπτη 11 Ιουνίου 2015

Η Κυρά της θάλασσας

Αγαλματίδιο της θεάς Αρτέμιδος- Αρχαιολογικό Μουσείο
 Συντάκτης: Πέπη Ρηγοπούλου
Ηταν ένα ταξίδι αυτό που ζήσαμε την Κυριακή με γνωστούς και αγνώστους στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Μία περιπλάνηση σε διαφορετικούς χώρους και χρόνους, όπου το μακρινό ερχόταν κοντά και το κοντινό ενωνόταν μαζί του παίρνοντας μια νέα διάσταση. Σαν τα κύματα της θάλασσας.
Με πλοηγό τον αρχαιολόγο Κώστα Πασχαλίδη να χαρίζει απλόχερα τη μαγεία που νιώθει ο ίδιος στη συνάντησή του με έναν αθέατο κόσμο, τον κόσμο αυτόν που σιγά σιγά το μουσείο φανερώνει. Φωτίζοντας για λίγο κάποια από τα πολυάριθμα έργα που υπάρχουν στα υπόγειά του. Ενα τέτοιο έργο ήταν η αφορμή του ταξιδιού μας, η μικρή χάλκινη μορφή της ψαρεμένης στο Αιγαίο, έξω από τη Μύκονο, το 1959, Αρτέμιδος.

Ανακατεμένη με τα ψάρια, βγήκε τυλιγμένη τους θησαυρούς της θαλάσσιας παραμονής της στους βυθούς, αιώνες αβύθιστη στους βυθούς περιμένοντας να γίνει αναδυομένη.
Ενα κορμάκι μια σταλιά, με μια κίνηση που οι αρχαιολόγοι την είπαν χορευτική, τα χέρια της να κρατούν μια φιάλη και ένα αόρατο τόξο, το μόνο που δεν άντεξε στα υποβρύχια κύματα.

Ανασυρμένη από το σκοτάδι των υπογείων, στην περίοπτη νέα της θέση, γίνεται για λίγους μήνες το σημείο αναφοράς σε αυτό το ταξίδι από αιώνος σε αιώνα παρακολουθώντας τη μεταμόρφωσή της από Αρτέμιδα Πότνια Θηρών, Κυρά δηλαδή των αγριμιών και κυνηγό θηρίων, σε Αρτέμιδα κυνηγό και παρθένα.

Παρθένα η οποία μοιράζεται με την Αθηνά την ιδιότητα αυτήν που κάνει τη μία να προτιμά την πόλη τής σχεδόν συνονόματής της Αθήνας και την άλλη να μην ξεχνά, να επιμένει στους αγρούς. Σε αυτό το άγριο που έχει μέσα της η φύση, που έχει μέσα του ο άνθρωπος.

Εν τω μεταξύ και καθώς εμείς ακολουθούσαμε τον Κώστα Πασχαλίδη στις επιλεγμένες από εκείνον άλλες μορφές και στιγμές που θα συνόδευαν αυτή τη μικρή Κυρά της θάλασσας που είχε εκείνη τη μέρα την τιμητική της, άλλοι πολλοί άνθρωποι από πολλά μέρη του κόσμου περιδιάβαιναν τις αίθουσες του Αρχαιολογικού μας Μουσείου. Λίγοι ήταν οι Ελληνες ανάμεσά τους.

Είχα καιρό να πάω κι εγώ, έτσι όπως είμαστε τριγυρισμένοι από τον κόσμο της ανάγκης, από το ζούμε-δεν ζούμε, υπάρχουμε-δεν υπάρχουμε με όλο το δηλητήριο που προσλαμβάνουμε από τους δανειστές μας ή μάλλον από τους διαχειριστές των πραγματικών δανειστών μας, που όπως εκείνοι έτσι κι εμείς δεν γνωρίζουμε πού πάνε οι τόκοι που πληρώνουμε, ποιες περιουσίες και για ποιους εις βάρος του πλανήτη κάποιοι κατασκευάζουν - πού πάει τελικά αν δεν πάει στράφι η συλλογική και η προσωπική ζωή του καθενός μας.

Ομως το ταξίδι αυτό που κρατάει ακόμα μέσα μου, έδωσε σε όλους μεγάλη χαρά και κουράγιο.
Σκεφτόμουν πόσο πιο πολύ κουράγιο θα είχαμε, αν ζούσαμε σε μιαν άλλη Αθήνα, αν μπορούσαμε να κάνουμε την Αθήνα να γίνει άλλη. Εμπνευσμένη από αυτές τις οδηγητικές στιγμές κάλλους και μνήμης που στη θέση της ενοχής και της αυτο-υποτίμησης μπορούν να εμπνεύσουν την ενσώματη ιδέα της δημιουργίας.