Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

Οι εύθραυστες αλήθειες*

Οι εύθραυστες αλήθειες*
Η βεβαιότητα είναι στέρεη, πέτρινη, μονολιθική, αμετακίνητη
Κάθε άνθρωπος, βαθιά μέσα του, διψάει για την αλήθεια, την ψάχνει, την απαιτεί, αισθάνεται κοροϊδία αν κάποιος του την κρύβει. Ομως πολύ συχνά, ειδικά όταν πιστεύει πως επιτέλους την κατέκτησε, πέφτει θύμα μιας καταστροφικής παρανόησης. Οσο περισσότερο κοιτάμε γύρω μας τόσο περισσότερο βλέπουμε άτομα υποχρεωμένα ν’ αλλάζουν την αλήθεια με τη βεβαιότητα. Στην πραγματικότητα πρόκειται για δύο τελείως διαφορετικά πράγματα: θα μπορούσαμε να πούμε ότι κατά κάποιο τρόπο η βεβαιότητα αποτελεί ένα παραπλανητικό υποκατάστατο της αλήθειας.

Στα γήπεδα η Ελλάδα αναστενάζει

Αν έδινα εξετάσεις για οπαδός θα ήμουν κομμένη από χέρι. Δεν αναφέρομαι εδώ στους οπαδούς όπως τους ξέρουμε από την πολιτική, αλλά στους άλλους, αυτούς που συσπειρώνονται με τα γνωστά λαμπρά αποτελέσματα στις θύρες και τις ενώσεις των ποδοσφαιρικών ομάδων. Αν και στην πολιτική επίσης χαρακτηρίζομαι μάλλον από την ίδια αφέλεια που σε κάνει να χαίρεσαι τη φάση ανεξαρτήτως από τα χρώματα της φανέλας αυτού που σουτάρει. Συνεπώς, η λέξη που με χαρακτηρίζει όταν παρακολουθώ κάποιο σπορ, είναι μια λέξη που οι αυθεντικοί οπαδοί προφέρουν με συγκατάβαση για να μην πούμε με περιφρόνηση. Η ένοχη αυτή λέξη είναι «φίλαθλος».

Και η Οδύσσεια, ιστορία για μετανάστευση είναι

Συντάκτης: Παρή Σπίνου
Ψηλόλιγνη, με αμυγδαλωτά μάτια και γλυκό χαμόγελο η Τζούμπα Λαχίρι μοιάζει με σταρ του Μπόλιγουντ. Ομως 1.000% η εξωτική ομορφιά της δεν έπαιξε κανένα ρόλο όταν το 2000 τής απονεμήθηκε το Πούλιτζερ για την πρώτη κιόλας συλλογή διηγημάτων της «Διερμηνέας ασθενειών» (Ελληνικά Γράμματα), που επίσης απέσπασε το βραβείο Pen/Hemingway και εκτόξευσε τη φήμη της και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού.

Εντείνεται το ενδιαφέρον για την ιστορία της Αθήνας

ΝΙΚΟΣ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΣ Το μεγάλο ενδιαφέρον που υπάρχει για το αρχιτεκτονικό παρελθόν της Αθήνας υπηρετείται καθημερινά, στα κοινωνικά δίκτυα, από την ανάρτηση δεκάδων νοσταλγικών φωτογραφιών. Είναι ένα φαινόμενο που έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια και εμφανίζεται σύνθετο ως προς τα γενεσιουργά του αίτια. Νέες γενιές, που ενηλικιώθηκαν μετά το 2000 εκτείνουν ένα βλέμμα περιέργειας και έκπληξης για την πόλη που υπήρχε έως πριν από λίγες δεκαετίες. Οι μεγαλύτερες γενιές - βιώνοντας την παρακμή της Αθήνας - κάνουν εξωραϊστικές ή ρεαλιστικές συγκρίσεις αντλώντας από τα δικά τους βιώματα. Υπάρχει έδαφος για προβολή επιθυμίας πάνω στο ιστορικό σώμα της πόλης όπως υπάρχει και ζωτικός χώρος για την ανάπτυξη αισθημάτων νοσταλγίας και οργής.Αυτή η ανάγκη, προς το παρόν, καλλιεργείται, συντηρείται και διογκώνεται από την κυκλοφορία φωτογραφιών αρχείου, φωτογραφιών από οικογενειακά λευκώματα και σχετικής αρθρογραφίας. Συχνά, λανθασμένες πληροφορίες εκλαμβάνονται ως αληθείς και συχνότερα εξωραϊσμένες καταστάσεις θεωρούνται ότι απηχούν την πραγματικότητα μιας περασμένης εποχής. Πολλές φορές, όμως, οι υπερβολές συγχωρούνται ή έστω γίνεται αντιληπτό ότι το καθεστώς της σύγχρονης παρακμής αντισταθμίζεται με αποδράσεις και φυγές.