Τετάρτη 6 Μαΐου 2015

Ο δολοφόνος της διπλανής πόρτας

Του Λουκά Βελιδάκη
Ήταν περίπου 4 το πρωί. Την απόλυτη ησυχία διέκοψαν ξαφνικά εφιαλτικές κραυγές- κραυγές δυνατές που μετά βεβαιότητας ακούστηκαν σε πολλά οικοδομικά τετράγωνα γύρω από το σημείο της έντασης. Πρόκειται για μία ιστορία που δεν την έχω πει, παρά μόνο σε ελάχιστους ανθρώπους του στενού οικογενειακού και φιλικού μου κύκλου. Μία πτυχή της φρικαλέας υπόθεσης με τη δολοφονία της 4χρονης Άννυ, την επανέφερε στη μνήμη μου, με ήχο άσχημο. Και ακόμα πιο άσχημες συνδηλώσεις.Γυρνάμε το χρόνο πίσω, στο 2010. Τότε βρισκόμασταν στα πρώτα στάδια της κρίσης και οι πάντες αναζητούσαν απαντήσεις. Εκείνες τις μικρές ώρες μίας καθημερινής διάβαζα στο διαδίκτυο δημοσιεύματα του ξένου Τύπου. Τη σιγαλιά τη διέλυσαν απροσδόκητες κραυγές από το δρόμο. Βγήκα στο μπαλκόνι προσπαθώντας να καταλάβω τι συμβαίνει. Οι κραυγές ήταν από γυναίκα η οποία δεχόταν γροθιές από νεαρό άνδρα.

Επιχείρησα μέσα από τα λόγια τους να καταλάβω εάν πρόκειται για ζευγάρι που μαλώνει -αδιαφορώντας για τους περιοίκους- ή συμβαίνει κάτι άλλο. Φόρεσα τα γυαλιά μου για να δω καλύτερα -μέσα στο σκοτάδι- τι συνέβαινε στα περίπου 40 μέτρα από την είσοδο της πολυκατοικίας όπου διαμένω.

Τελικώς διαπίστωσα ότι πρόκειται για μία μικρόσωμη Αφρικάνα
, από τα δύστυχα κορίτσια που κάνουν πεζοδρόμιο στην Πατησίων, και έναν τραπουκοειδή νεαρό Έλληνα, ο οποίος καθύβριζε και χτυπούσε χωρίς έλεος την κοπέλα.

Η απόφαση να κατέβω δεν ήταν άμεση
. Έγινε όμως όταν ο νεαρός άνδρας πέταξε στο οδόστρωμα την κοπέλα και την γρονθοκοπούσε αδιάκοπα. Κατέβηκα με τις... παντόφλες, όχι περιδεής, αλλά προβληματισμένος για το πως θα δράσω. Δεν ήξερα τι ακριβώς θα συναντήσω. Αν ο δράστης διαθέτει μαχαίρι ή άλλο όπλο. Η πρώτη μέριμνα ήταν να σταματήσω την άσκηση βίας εναντίον της κοπέλας. Ήταν τόσο ισχυρή που θεώρησα πιθανό ότι θα ξυπνούσε το πρωί η γειτονιά με ένα πτώμα στη γωνία...

Μπήκα ανάμεσα τους για να σταματήσω το ξύλο
. Τους μίλησα όσο ήπια μπορούσα για να ρίξω τους τόνους. Ο άνδρας, όταν τον ρώτησα τι συμβαίνει, μου είπε ότι... του είχε λερώσει την μπλούζα. Κάτι που δεν ίσχυε. Ο ίδιος ήταν εμφανώς υπό την επήρεια ουσιών. Η μαυρούλα αναθάρρυνε με την παρουσία μου και ενώ προσπαθούσα να την κρατήσω μακριά, έβγαλε το τακούνι της και επιτέθηκε στον νεαρό. Παρέμενα στη μέση. Δέχθηκα αδέσποτα χτυπήματα. Ήλπιζα ότι αργά ή γρήγορα θα έφτανε η Αστυνομία. Σίγουρα κάποιος θα την είχε καλέσει με τόση φασαρία.

Είκοσι λεπτά μετά φθάνει ένα περιπολικό
. Οι δύο αστυνομικοί, χωρίς να ρωτήσουν κανέναν τι συμβαίνει, βάζουν τους πρωταγωνιστές του επεισοδίου στο όχημα και τους μεταφέρουν στο Τμήμα. Προτού αποχωρήσουν, είχα προσεγγίσει για να μεταφέρω τις πληροφορίες που είχα για το περιστατικό. Ουδείς μου έδωσε σημασία.

Όταν έφυγε το περιπολικό, αποχώρησα
. Ένιωθα βαριά ηττημένος, όχι ήρωας (με παντόφλες...) που είχε σταματήσει το βάναυσο ξυλοδαρμό μίας μικρόσωμης κοπέλας. Γιατί; Ήμουν ο μόνος που είχα μπει στη μέση. Κανένας άλλος δεν είχε δώσει σημασία, μολονότι το περιστατικό είχε διάρκεια τουλάχιστον μισής ώρας και οι φωνές σήκωσαν τη γειτονιά στο πόδι σε μεγάλη ακτίνα. Ακόμα και 3-4 άνδρες που είχαν βγει στο δρόμο, απέφυγαν να προσεγγίσουν και παρέμειναν σε απόσταση ασφαλείας, παρακολουθώντας το θέαμα...

Κανένας δεν είχε ενδιαφερθεί για το γεγονός ότι η κοπέλα ζητούσε βοήθεια
- πάλευε (και εδώ κυριολεκτώ) για τη ζωή της. Πείτε το φόβο, πείτε το αδιαφορία. Κανένας δεν ενδιαφέρθηκε να σταματήσει τον ξυλοδαρμό. Κανένας δεν βοήθησε. Κανένας δεν νοιάστηκε για τον συνάνθρωπο του.

Ντρεπόμουν, το ομολογώ
. Για την ανθρώπινη αδιαφορία μπροστά στο θηρίο. Για την ασφαλή επιλογή του "που να μπλέκω τώρα...". Για το ότι οι συνάνθρωποι δεν τίμησαν το ρόλο τους, παρά φέρθηκαν μονάχα σαν ενοχλημένοι και αδιάφοροι γείτονες. Σαν φοβισμένα ανθρωπάκια μπροστά στην όψη του τέρατος.

Οι γείτονες του διαμερίσματος όπου βρισκόταν η μικρή Άννυ
άκουγαν τις κραυγές του μικρού κοριτσιού όταν τη χτυπούσε ο δαιμονικός πατέρας της. Γνώριζαν ότι ο 27χρονος βασάνιζε την 4χρονη. Γνώριζαν, το είχαν ακούσει. Κι όμως, κανένας δεν παρενέβη, κανένας δεν κάλεσε -έστω- την Αστυνομία.

Έμειναν με την ντροπή.
Για το δολοφόνο της διπλανής πόρτας που άφησαν ελεύθερο να δράσει με τρόπο ειδεχθή και αποτρόπαιο, περιοριζόμενοι στο δόγμα: "Που να μπλέκω τώρα...".

* Οι περισσότεροι γνωστοί μου που έμαθαν την ιστορία, έκαναν σφοδρές παρατηρήσεις για τη συμπεριφορά μου, για τον κίνδυνο στον όποιο έθεσα τον εαυτό μου. Δεν ξανάπα την ιστορία σε κανέναν. Πονούσα και ντρεπόμουν. Δεν άξιζε...